«Θεατρική Αθήνα»

Ένα κείμενο που μιλάει για την θεατρική ζωή της πρωτεύουσας

Advertisement

Ή του ύψους ή του βάθους. Ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά μας. Πάρτε για παράδειγμα τα θέατρα. Εκεί που στην Αθήνα η χειμερινή θεατρική σαιζόν έχει επιμηκυνθεί και από τα τέλη Σεπτεμβρίου μέχρι τις αρχές Ιουνίου της επόμενης χρονιάς εναλλάσσονται όλες τις μέρες της βδομάδας εκατοντάδες – χωρίς υπερβολή – παραστάσεις, με ευρεία ποικιλία ρεπερτορίου, σε μικρές, μεσαίες ή μεγάλες αίθουσες, έρχεται το καλοκαίρι και στην πρωτεύουσα οι σταθεροί θεατρικοί χώροι είναι πια μετρημένοι στα δάχτυλα.

Θα μου πείτε υπάρχουν τα ανοιχτά θέατρα των δήμων του λεκανοπεδίου που φιλοξενούν τις παραστάσεις των κρατικών και των δημοτικών φορέων, αλλά και των ιδιωτών.

Advertisement

Είναι γεγονός πως με το πλήθος των θιάσων που βγαίνει σε περιοδεία – με εξαίρεση το φετινό καλοκαίρι με τις πολύ δύσκολες συνθήκες για όσους εργάζονταν σε καλλιτεχνικές επιχειρήσεις (καλλιτέχνες, τεχνικούς και διοικητικό προσωπικό) – τα προηγούμενα χρόνια τουλάχιστον, από τα μέσα Ιουνίου και όλο σχεδόν τον Ιούλιο και στη συνέχεια από τα τέλη Αυγούστου και όλο τον Σεπτέμβριο, σίγουρα θα έβρισκες παράσταση της αρεσκείας σου εντός των ορίων του νομού.

Καιρού επιτρέποντος φυσικά, μια και εσχάτως έχουμε γίνει κάτι σαν τροπική χώρα, αφού οι μπόρες το «φυλάνε» σε καλλιτέχνες, τεχνικούς, παραγωγούς και θεατές σχεδόν πάντα για τις απογευματινές ώρες και συνήθως μετά από ανέφελη πρωινή λιακάδα, έτσι ώστε ούτε τα σκηνικά να παραμείνουν ασφαλή, ούτε οι τελευταίες πρόβες να πραγματοποιηθούν, ούτε οι θέσεις να προλάβουν να στεγνώσουν μέχρι το βράδυ.

Advertisement

Κι αυτό όχι προς τα τέλη του Σεπτέμβρη ώστε να θεωρηθούν παροδικά πρωτοβρόχια. Από τον Ιούνιο αρχίζουν οι μετεωρολογικές αστάθειες (για να το διατυπώσω επιστημονικά και κόσμια). Αυτό βέβαια πλήττει όλα τα θεάματα, μαζί και τους λίγους εναπομείναντες ανοιχτούς θεατρικούς χώρους μέσα στην πόλη (εκτός αν κάποιοι από αυτούς διαθέτουν σκέπαστρα).

Τις παλιότερες δεκαετίες ωστόσο, τα θερινά θέατρα στην Αθήνα ήταν πολλά. Παίρνω για παράδειγμα την περιοχή γύρω από το Πεδίον του Άρεως πριν από λίγες δεκαετίες την οποία πρόλαβα και έζησα σε θεατρική ακμή για αρκετά χρόνια.

Στη μέση περίπου της λεωφόρου Αλεξάνδρας η ταράτσα του «Λαμπέτη», πιο κάτω το «Παρκ», το «Μπουρνέλη», το «Μετροπόλιταν», κοντά εκεί και το «Φλορίντα», το «Κηποθέατρο της Αλίκης» (Βουγιουκλάκη) – πρώην «Μάνου Κατράκη» – απέναντι, μέσα στο πάρκο και μετά στην Πατησίων το «Αθήναιον» και το «Μινώα», το «Αθηνά» στη Δεριγνύ ανηφορίζοντας προς Ευελπίδων, όπου συναντούσες το «Σμαρούλα», το «Λουζιτάνια» και φυσικά το «Άλσος». Ίσως ξεχνάω κάποια ή πάλι ίσως δεν πρόλαβα και κάποια άλλα που δεν αναφέρω.

Και πόσες ονομαστές παραστάσεις που με την πάροδο των ετών και την απουσία ολοκληρωμένων οπτικοακουστικών καταγραφών αγγίζουν τα όρια του μύθου, για όσους δεν είχαμε γεννηθεί ή ήμαστε πολύ μικροί για να μπορέσουμε να τις παρακολουθήσουμε.

Ο Μάνος Χατζιδάκις στο «Μετροπόλιταν» με την «Οδό ονείρων» και ο Μίκης Θεοδωράκης στο «Παρκ» με την «Όμορφη πόλη» το ίδιο καλοκαίρι, του 1962, ενώ ένα χρόνο μετά συμπράττουν στο «Παρκ» στη «Μαγική πόλη». Δέκα χρόνια αργότερα, το 1973, το ιστορικό «Μεγάλο μας τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη και του Σταύρου Ξαρχάκου στο «Αθήναιον», ενώ το 1981 η «Ελεύθερη Σκηνή» (πρώην «Ελεύθερο Θέατρο») θα στεγαστεί μετά την εκδίωξή της από το Άλσος Παγκρατίου στο θέατρο «Σμαρούλα» με «Της Ελλάδας το κάγκελο» (η πρώτη φορά που τους είδα και η οποία έχει εντυπωθεί για πάντα στη μνήμη μου και την καρδιά μου).

Τα μεταγενέστερα χρόνια πολλές επιθεωρήσεις θα φιλοξενήσει η περιοχή μέχρι το δυστυχώς αθόρυβο – και πρόσκαιρο ελπίζω – σβήσιμο του είδους, με πιο αξιομνημόνευτες ίσως αυτές στις οποίες μέλη της ομάδας της «Ελεύθερης Σκηνής» συνεργάζονταν συγγραφικά και ερμηνευτικά με την επόμενη φουρνιά εξαίρετων κωμικών (περισσότερο στο «Παρκ» και το «Αθήναιον») ή οι επιθεωρήσεις του «Άλσους» με τον Χάρρυ Κλυνν να συναντιέται στη σκηνή, επί σειρά ετών, με μεγάλα ονόματα της σύγχρονης και κυρίως της προηγούμενης γενιάς αγαπημένων ηθοποιών.

Στο ίδιο διάστημα στο «Παρκ» ανέβηκαν και αρκετές νεολληνικές κωμωδίες που το κοινό πρωτογνώρισε μέσα από τον ελληνικό κινηματογράφο.

Σταχυολόγησα μερικούς τίτλους από το μακρινό παρελθόν, ενώ από το πιο πρόσφατο περιορίστηκα στην επιθεώρηση και την κωμωδία και τα θέατρα που αυτές παρουσιάστηκαν, όπως τα θυμάμαι χονδρικά, αφήνοντας ενδεχομένως έξω, άθελά μου, εξίσου σημαντικές παραστάσεις και κατηγορίες έργων. Όπως τα μιούζικαλ ή τα μουσικά έργα που και αυτά παίχτηκαν σε αρκετά από τα θέατρα που αναφέραμε παραπάνω.

Τις εποχές που δεν είχαν ακόμα δραστηριοποιηθεί οι γύρω δήμοι, αλλά και οι περιοδεύουσες παραστάσεις ήταν λίγες (μια που πολλοί από τους δημοφιλείς ηθοποιούς έπαιζαν στην Αθήνα), ήταν μεγάλη η κίνηση και η κοσμοσυρροή που σημειωνόταν στο τελευταίο κομμάτι της Αλεξάνδρας όπου ήταν συγκεντρωμένα τα περισσότερα από τα θέατρά της. Θυμάμαι να μη βρίσκουμε εισιτήρια σε ένα από αυτά και να τρέχουμε στο παρακάτω θέατρο – που επίσης βέβαια μας ενδιέφερε το έργο που παιζόταν εκεί – μήπως και είχαμε καλύτερη τύχη.

Τα τελευταία χρόνια, από αυτή την παλιά θεατρική πιάτσα, επιμένουν και συνεχίζουν το «Λαμπέτη» στην ταράτσα του, το «Αθηνά» και το «Άλσος» που – ευτυχώς για την περιοχή – ξανάνοιξε από πέρυσι.

Και πάλι ελπίζω να μην αδικώ κάποιο που δεν ξέρω ή δεν έχω ακούσει. Από τα υπόλοιπα προαναφερθέντα τα περισσότερα έχουν αλλάξει χρήση ή δεν υφίστανται πια ούτε ως κτίσματα, ενώ άλλα μένουν σκοτεινά πλέον χειμώνα- καλοκαίρι, σε αντίθεση με το πάμφωτο καλοκαιρινό παρελθόν τους που οι μαρκίζες τους άναβαν ακόμα και τις μέρες της θεατρικής αργίας, φέρνοντας στο νου τους στίχους του μέγα θεατρόφιλου και διαρκώς απόντα με την φυσική του παρουσία, αλλά παντοτινά παρόντα με το έργο του, Μάνου Ελευθερίου, που σε ένα τραγούδι του (για θέατρα άλλης αθηναϊκής γειτονιάς) λέει:

«… και μόνο τα φαντάσματα χαμένων θεατρίνων

τριγύριζαν με νυφικά γυρεύοντας σουξέ»

Advertisement
  • Περισσότερα άρθρα για:
  • Αθήνα

Διαβάστε επίσης

Advertisement